Γεια χαρά.

Γεια χαρά.

Περιπλανήθηκα και περιπλανιέμαι ακόμη, με ήλιο και βροχή, με όμορφες αλλά και άσχημες σκέψεις και συναισθήματα, σε καιρούς ευτυχίας και απογοήτευσης, με παρέα το χαμόγελο ή το δάκρυ, και σ' όλο αυτό το ταξίδι, μια άυλη παρουσία με συντροφεύει..
Άλλοτε παίρνοντας τη μορφή μιας νεράιδας που χτενίζει τον απέραντο ρομαντισμό της κάτω απ' το σεληνόφως και άλλοτε της πεζής πραγματικότητας, που ζωγραφίζεται πάνω σε ταλαιπωρημένα χέρια.. Άλλοτε ξεσπάει με νότες θυμωμένες και ήχους μαγευτικούς και άλλοτε γεννιέται μέσα σε ευγενικούς μοβ στίχους... Αναδύεται μέσα από χρώματα και γραμμές, στέκει υπερήφανη στο κέντρο μιας φωτογραφίας, ταξιδεύει σε χρόνους κι' εποχές και πολιτείες, φορώντας βελούδινα υφάσματα, φτερά, λουλούδια και αγκάθια. Πλέκει με χάντρες τα όνειρά της και τα κοιμίζει με μουσικές.
Η ανάγκη μου λοιπόν ή καλύτερα, η "μηχανική" ενέργεια του σώματος και της ψυχής μου προς Αναζήτηση, με προστάζει να την ακολουθήσω.
Καλό Ταξίδι.

Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010

Αυτός


..Και μέσα από το ολέθριο και λυτρωτικό ουρλιαχτό του,
η γη μου σείστηκε καταδεκτικά, συγκαταβατικά..
Και ο άνεμός μου σιώπησε για μιαν Αιώνια στιγμή..
Ο Χρόνος μου πάγωσε
καθώς αντίκρισε τον φλεγόμενο πόθο μου για παράδοση
και εγώ.. στάθηκα εκεί..
υπερχειλισμένη από τον ήχο,
από το ξέσπασμά του
που μετενσάρκωσε την Ύπαρξή μου
και την κάρφωσε επάνω στο όνομά του..

And through his blasting and liberating howl,
my earth shook politely..
And my wind hushed for an Infinity Moment..
My Time froze
as it faced my flaming lust for surrender
and I.. stood there..
Overflowed of the sound,
of his outburst
which reincarnated my Existence
and pinned it on his name.

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Αποδοχή

Υπάρχει και αυτή η όψη ;-)

Λογισμοί.

Είναι η Σκέψη.
Και μετά τη Σκέψη, έρχεται ο Λόγος.
Τον Λόγο θα ‘πρεπε πάντα να διαδέχεται η Πράξη.
Και την Πράξη να ακολουθεί πάντα,
η συνεχής επ-Αλήθευση αυτού,
έτσι ώστε να διαφαίνεται τελικά
το πόσο σωστά
Σκεφτόμαστε,
Εκφραζόμαστε,
Πράττουμε
και κυρίως
κρίνουμε Εαυτόν.

Αναζητώντας το δρόμο της Τιμής, σ' ένα μικρό μονοπάτι του δάσους, φωτισμένο μόνο απ' το Αστρόφως.

Πήρα χαρτί και μολύβι. Τη συνέχεια δεν τη θυμάμαι.

"Για ιδέστε τα κακόμοιρα, για ιδέστε τα καημένα.. Άν δεν φιλιόνταν ζωντανά, φιλιόνταν πεθαμένα."

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

113 λεπτά

Στεκόμουν εδώ και έδινα την καρδιά μου.
Την πιο βαθιά και ματωμένη αλήθεια μου.
Δεν έφτασα τυχαία εδώ.
Δεν διάλεξα λέξεις, να σου πω το πώς αγαπώ.
Διάλεξα την κορυφογραμμή αυτών που είδα και έζησα.
Με μια ατίθαση γραμμή σχεδίασα το μονοπάτι τους,
να φτάσει ως εκεί, για να το περπατήσεις.


Και τότε, με επισκέφτηκε και πάλι αυτός.
-Όχι. Δεν θα του κάνω την τιμή, να γράψω κεφαλαίο το όνομά του-
Έλυσε επιδέξια την κλωστή που ορίζει την ορθή μου ύπαρξη
και με ξάπλωσε οριζόντια στη γη του.
113 λεπτά.
Μια ακόμη πρόβα λοιπόν.


Στο 6, άνοιξα τα μάτια μου.
Στο 7, ήρθες.
"Είμαι εδώ. Τελικά, αποκοιμήθηκα."
Και χαμογέλασες.

Μικρά Μεγάλα Λόγια για την "Ανωτερότητα" της κατώτερης και την "Κατωτερότητα" της ανώτερης Περιστροφής.

Σε αυτόν εδώ τον Κύκλο,
το δικό μου Έργο
Όλο-κληρώθηκε.
Σε Ουρανούς
και Έγκατα,
Εδώ κι' Εκεί και Παραπέρα.
Δεν έχω να φτάσω πιο Ψηλά.
Μα ούτε και πιο Χαμηλά.
Κι' έτσι,
ο Λόγος μου τελειώνει.

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

3 Γεύματα

Είδα το σκοτάδι μέσα απο σένα
και μέσα απο σένα είδα το φως..

Κάποτε με τα "μάτια" μιας μικρής
τώρα, με "μάτια" μεγαλύτερης...

"Πέθανες" κι' "αναστήθηκες.."

"Πέθανες" κι' "αναστήθηκες..."

 Πέθανες κι' Αναστήθηκες.

 Τρία γεύματα..

Σε "είδα" να "πεθαίνεις"
και σε "είδα" ν' "ανασταίνεσαι.."

Σε "είδα" να "πεθαίνεις"
και σε "είδα" ν' "ανασταίνεσαι..."

Σε Είδα να Πεθαίνεις
και σε Είδα ν' Ανασταίνεσαι.

 Τρία γεύματα...

"Πεθαίνω" κι' "ανασταίνομαι.."

"Πεθαίνω" κι' "ανασταίνομαι..."

 Πεθαίνω κι' Ανασταίνομαι.

 Τρία γεύματα.

Χαρμολύπη..

Χαρμολύπη...

Χαρμολύπη.


Σκοτάδι.

Σιωπή.

Αλήθεια.

Πίστη.

Αγάπη.

Φως.


Είναι το Φως εκεί στο τέλος;

Είναι το Σκοτάδι;

Είναι ο Θάνατος;

Είναι η Ανάσταση;


Σκοτάδι-Φόβος-Θάνατος.

Φως-Αγάπη-Ανάσταση.


Άκουσες καλά πως
το τελευταίο γεύμα είναι το τρίτο;

Ίσως να πρέπει
να φαγωθεί ολόκληρο.

Ο Τραγικός Άνεμος

Προς Ευχή.

Κάπου αγαπήθηκα.
Αλλού αγάπησα.
Όσο ακόμη κρατάω,
θ' ακολουθώ τον ίδιο δρόμο.
Δίκαιη να' μαι,
με τις καρδιές των ανθρώπων
που αγαπούν,
δίκαιη,
με την καρδιά μου
που έμαθε ν' αγαπά
αλλού.
Εκεί,
που ίσως δεν υπάρχει..
Εκεί,
που ίσως πάντα
και για πάντα
και ποτέ,
για μια στιγμή
και μιαν αιωνιότητα,
το αλλού
γίνει κάπου
και το εκεί
γίνει εδώ.
Σ' ευχαριστώ,
που την ελπίδα μας χάρισες.
Κι' έτσι,
έχω ακόμη πίστη.
Κι'ακόμη
αγαπώ.

Ανάμνηση της Παρελθοντικής Μάσκας.

Περιγραφή της Απομυθοποίησης



Έσβησα τα φώτα του δωματίου καθώς έκλεισα τα μάτια και σκέπασα με σκέψεις ζεστές το βασανισμένο απ' ώρα κορμί.

"Ησύχασε, ξεκουράσου..
Τώρα είσαι μόνο, μακριά απ' τ' άγρια κι' ερωτευμένα βλέμματα, ελεύθερο απ' τ' ακριβά παπούτσια τα τόσο βασανιστικά.."


Άφησα τα χέρια μου να κυλήσουν στα σεντόνια δίχως καμμία χάρη.
Αφέθηκα ολόκληρη στο σώμα του κρεβατιού κι'ένοιωσα να λιώνω σαν το κομμάτι του πάγου κάτω απ' το ζεστό ήλιο.
Δίχως καμμία χάρη!
"Πόσο όμορφα αισθάνομαι! Πόση ελευθερία μ' αγκαλιάζει τη στιγμή αυτή.."
Ένοιωσα το σώμα μου κομμάτι κομμάτι να γαληνεύει, πρώτα από κάτω κι' ύστερα δεξιά και πάνω..

Για μια στιγμή τρόμαξα, μα κράτησα τα μάτια κλειστά να διατηρήσω το σκοτάδι.
Σκέφτηκα.
Δε θα μπορέσει ποτέ κανείς να δει ούτε τη σκιά μου όσο και να ψάξει.
Και ησύχασα.

Γιατί είναι αλήθεια. Άν στη ζωή μου, αν στη στιγμή μου βάλω χρώμα μαύρο σαν αυτό της νύχτας, κανένας ήλιος φωτεινός δε θα με βρει, αν απλώσω στην ψυχή μου το σκοτάδι, δε θα υπάρχει φως.
Κι'αυτό είναι χαρά.
Το σκοτάδι το μαύρο, η απέραντη μοναξιά, η πλήρης αφασία.

Κι' ο ήλιος και τα χρώματα, τα φώτα και τα λόγια, πολλές φορές πληγή είναι κι' αβάσταχτο κακό, όταν κυνηγημένος απ' την απώλεια του ίδιου
σου του εαυτού, τρέχεις να βρεις κρυψώνα σκοτεινή, ερημική, βουβή και άχρωμη.
Είναι τότε, που πρέπει να φτάσεις ως τον πάτο, να ματώσεις και σιγά σιγά να αναρριχηθείς και πάλι.
Να καταφέρεις να μαζέψεις τα κομμάτια σου κι' ύστερα ξανά να τα πουλήσεις, ανακυκλώνοντας την ψυχή σου, τα βήματα σου, την καλημέρα που λες και την καληνύχτα.
Κι' έτσι αποκτάει φως το σκοτάδι και παρέα η μοναξιά..

Το πρόσωπό μου.. 
..Δε θα φαντάζει σαν πρόσωπο κούκλας τώρα πια.
Έχει κρεμάσει βαρύ πάνω απ' το μαξιλάρι μα τόσο ανάλαφρο απ' την ελευθερία της στιγμής.
Κι' ίσως δε θυμίζει άγγελο η όψη του, μα χιλιάδες φτερά έχουν φυτρώσει ανάμεσα στα μαλλιά μου. Κάπως σπασμένα απ' την κακοκαιρία της εποχής μα έτοιμα να δροσίσουν με αέρα τα καυτά δάκρυα που στολίζουν τις ημέρες..

Κι' απ' τους τόσους ήχους, κράτησα μόνον ένα.
Αρκεί αυτός για ένα ταξίδι κοντινό και είναι δύσκολο να τον κατανοήσεις.. 

Ακούγοντας το ομώνυμο τραγούδι του Θανάση, έγινε η σύλληψη.